• img1
  • img2
  • img3
  • img5
  • img4

Φώτης Πίττας

Φώτης Πίττας

Φώτης Πίττας – ΄Ενας δάσκαλος ήρωας


Ο Φώτης Πίττας ήταν αναγνωρισμένα ένας μεγάλος ήρωας, πού έπεσε πολεμώντας για τη λευτεριά της Κύπρου από τούς Άγγλους. Ένας ήρωας, πού άφησε την τελευταία του πνοή στο θρυλικό Αχυρώνα, στο χωριό Λιοπέτρι, με ένα όραμα, την ένωση της Κύπρου με τη Μάνα Ελλάδα.
Γεννήθηκε στη σκλαβωμένη από τούς Τούρκους σήμερα Αμμόχωστο, στο χωριό Φρέναρος. Ως μαθητής συνδύαζε την άριστη επίδοση με τη συμπαράσταση στις ανάγκες της πολύτεκνης οικογένειας του. Όλα τα προλάβαινε. «Ουδέποτε κοιμήθηκε το βράδυ χωρίς προσευχή», γράφει ένας παλιός συμμαθητής του. Εκκλησιαζόταν, νήστευε, κοινωνούσε, «ουδέποτε έχασε μάθημα του Κατηχητικού Σχολείου».


Ως νέος διακρινόταν από ξεχωριστή σύνεση και ωριμότητα. Έτσι, όταν το όνειρο του να φοιτήσει στη Σχολή Ευελπίδων στην Ελλάδα δεν έγινε πραγματικότητα, δεν απογοητεύτηκε, και τότε ήταν πού στράφηκε σ' αυτό πού αποδείχθηκε κλήση Θεού για τη σταδιοδρομία του, στο να παρακολουθήσει δηλαδή το Διδασκαλικό Κολλέγιο Μόρφου.


Στην Άχνα της Αμμοχώστου κάθε πρωί ό νεοδιορισμένος δάσκαλος ανταποκρίνεται ακέραια στα σχολικά καθήκοντα. Μα και ως Κατηχητής, κάθε Κυριακή, μεταλαμπαδεύει φως κι ελπίδα στις παιδικές ψυχές, πίστη στον Θεό κι αγάπη στην πατρίδα από το ηφαίστειο της δικής του καρδιάς. Και κάθε βράδυ; Κάθε βράδυ, εναλλάσσει το ρόλο του δασκάλου με τον ρόλο του αγωνιστή της Πατρίδας, γιατί όχι του ήρωα. Κινείται μυστικά, αναπτύσσει αξιόλογη κι επικίνδυνη δραστηριότητα. Στήνει ενέδρες σε αγγλικά στρατιωτικά οχήματα, ηγείται σε επιχειρήσεις συλλογής οπλισμού. Δεν τον φοβίζει τίπο τα, ούτε και ή προδοσία. Μόνο πού όταν αυτή συμβεί, θ' αναγκαστεί ν' αφήσει το αγαπημένο σχολειό, για να γίνει ό καταζητούμενος δάσκαλος με το ψευδώνυμο «Ακρίτας».


Τώρα ή Πατρίδα τον καλεί να της δοθεί ολοκληρωτικά, και ή ιδέα αύτη τον μεθά. Στη γενέτειρα του φίλου και συναγωνιστή του, του αετού του Μαχαιρά Γρηγόρη Αυξεντίου, αναλαμβάνει πλέον υπεύθυνα δράση ως ύποτομεάρχης της Ε.Ο.Κ.Α. Οργανώνει αξιόμαχες Ομάδες, μα προπάντων εμπνέει με το φλογερό ενθουσιασμό του τα νεαρά παλληκάρια του στο δρόμο των ιδανικών, της θυσίας, δίνο ντας πάντα πρώτος το παράδειγμα. Στις εύκολες και στις δύσκολες ώρες, πού δεν άργησαν να 'ρθούν. Στις 10 του Γενάρη τού 1958, ό Φώτης Πίττας συλλαμβάνεται από τις αγγλικές αρχές. Στις φυλακές Αμμοχώ στου μένει απτόητος, παρά τα φοβερά βασανιστήρια για να αποκαλύψει τα μυστικά της Ε.Ο.Κ.Α. Κι ύστερα τον περιμένει νέα δοκιμασία στα στρατόπεδα συγκεντρώσε ως της Πύλας και της Κοκκινοτριμυθιάς.


Στα κρατητήρια ό ήρωας ξεχωρίζει. Έχει πάντα το φρόνημα υψηλό, τη θέληση αδάμαστη. Δε φοβάται το θάνατο. Ελπίζει. Πλέκει στίχους υμνώντας τούς ήρωες, τις μανάδες πού προσφέρουν τα παιδιά τους «θυσία για την Πατρίδα». Κι όταν μετά από εντολή του αρχηγού Διγενή πετυχαίνει μαζί με άλλους να αποδράσει, φεύγει, μα στον τοίχο της φυλακής αφήνει δυνατό το μήνυμα: ζωγραφισμένη με το μαρτυρικό του αίμα τη μορφή της Ελευθερίας. Φεύγει και συνεχίζει τη δράση προξενώντας σοβαρές απώλειες στους α ντιπάλους.


Κάποια όμως φορά, τί παράξενο! κάτι τον σπρώχνει να ετοιμάσει την ψυχή του. Καταφθάνοντας στην Άχνα, βρίσκει τον παπά-Γρηγόρη, κοινωνεί τα Άχραντα Μυστήρια, και χωρίς πολλά λόγια χάνεται στο σκοτάδι της νύχτας.


Στο Λιοπέτρι κατόπιν συναντιέται σε ειδική αποστολή με τούς άλλους μεγάλους αγωνιστές της λευτεριάς Ανδρέα Κάρυο, Ηλία Παπακυριακοΰ και Χρήστο Σαμαρά, ενώ φρουροί, εγκατεστημένοι σε καί ρια σημεία του χωριού, παραφυλάνε μη φανούν οι Άγγλοι. Και ή πρόβλεψη επαληθεύεται.
Στο χωριό καταφθάνει αγγλικός στρατός. Οι τέσσερις ήρωες προσπαθούν να διαφύγουν, μα διαπιστώνουν ότι είναι περικυκλωμένοι από παντού. Καταφεύγοντας στον Αχυρώνα τού φίλου Παναγιώτη Καλλή, συνειδητοποιούν ότι έχουν γίνει θύ ματα προδοσίας. Μα, είναι αποφασισμέ νοι να μη λυγίσουν, με όποια θυσία...


Σε λίγο, στο Λιοπέτρι θα διεξαχθεί μια από τις πιο επικές μάχες, για να καταδειχθεί και πάλι πώς ή μεγαλωσύνη και σε τούτο τον μικρό μα Ελληνικό τόπο,μετριέται με «της καρδιάς το πύρωμα». Οι Άγγλοι τούς ζητούν να παραδοθούν, μα περήφανο ακούγεται από τα βάθη τού Αχυρώνα το «μολών λαβέ». Έξη ώρες αναμετριέται ή δύναμη των όπλων με τη δύναμη της λιονταρίσιας ελληνικής ψυχής, και δε μπορεί να την νικήσει. Οι Άγγλοι ζητούν ενισχύσεις, αλλά τελικά μια λύση τούς απομένει. Να κάψουν τον Αχυρώνα, ρίχνοντας με ελικόπτερο εύφλεκτο υλικό. Κι όταν πλέον οι φλόγες κι οι καπνοί καταπνίγουν τούς τέσσερις αγωνιστές, αυτοί αποφασίζουν την ηρωική έξοδο. Οι στιγμές είναι ιστορικές. «Ακόμα και τότε, γράφει ό Αρχηγός Διγενής, συναγωνίζονταν ποίος θα πέθαινε γενναιότερον». Βγαίνουν, σα λαμπάδες από φως, πού έξακτινώνεται σ' όλη την οικουμένη. Τί κι αν πέφτουν; Τί κι αν έπεσε και ό γενναίος δάσκαλος Φώτης Πίττας, με το πυροβόλο στο χέρι; Υπερασπίστηκαν με σθένος την Κύπρο, την τιμή και τη λευτεριά της. Για να γίνει πια ό ταπεινός Αχυρώνας εθνικό προσκυνητάρι, και «παντοτινόν τού τόπου παρεκκλήσιν».


Ο ηρωικός θάνατος τού Φώτη Πίττα συγκλονίζει προπάντων όλο τον Κυπριακό Ελληνισμό. Εμπνέει νέους αγώνες για την κατανίκηση τού εχθρού. Κι ό πατέρας Πίττας αποχαιρετά τον γιό του, όπως θα το ήθελε, όπως ταιριάζει σε ήρωα, όπως θα άξιζε να τον αποχαιρετήσει κάθε Έλληνας:
«Γιε μου, να πάς εις το καλόν... τζι έγιώ 'ννά πάρω τ'όπλον σου τζ' έννά σταθώ στον τόπον σου' να μεν σε τρώει ή έγνοια!...».


ΠΗΓΗ: «Πρός τήν Νίκην» Ἀπρίλιος 2010